Γαλάτσι: διατηρώντας την ησυχία του εκεί που ενώνονται οι μεγάλες λεωφόροι

Εκεί που διασταυρώνονται οι μεγάλες λεωφόροι βρίσκεται η ήρεμη περιοχή του Γαλατσίου. Με πολύ πράσινο, έντονη εμπορική ζωή και κατοίκους που το αγαπάνε και το σέβονται, το Γαλάτσι χύνεται στους πρόποδες των Τουρκοβουνίων και ευχαριστεί μόνιμους κατοίκους και περαστικούς.

Οι πηγές φανερώνουν πως το Γαλάτσι κατοικούνταν από τα προϊστορικά χρόνια. Συγκεκριμένα: τα Τουρκοβούνια με προστάτη τον Ηρακλή, υπάγονταν στον αρχαίο δήμο του Βατή, όπου ζούσε η Αιγηίδα Φυλή. Μέχρι το 1850, ήταν μια ακατοίκητη περιοχή που άκουγε στο όνομα Ομορφοκκλησιά, χάρη στον ομώνυμο ναό που στολίζει μέχρι σήμερα την πόλη.

Οι πρώτοι κάτοικοι ήταν βοσκοί από την Φωκίδα, που έφερναν μόνο για τους καλοκαιρινούς μήνες τα κοπάδια τους και έτσι δημιούργησαν προσωρινές κατοικίες. Η Αθήνα αναπτυσσόταν με γοργούς ρυθμούς. Τα πρώτα ασβεστοκάμινα κάνουν την εμφάνισή τους στο Γαλάτσι, όπου στάθηκαν αφορμή για την μονιμοκατοίκηση πλέον, ανθρώπων της επαρχίας οι οποίοι ήρθαν ως εργάτες. Δεκαετία 1910 λοιπόν και οι Ναξιώτες είναι οι πρώτοι που εγκαθίστανται μόνιμα να δουλέψουν στα καμίνια.

Η αφρόκρεμα της πρωτεύουσας χρησιμοποιούσε το Γαλάτσι ως εξοχική κατοικία, μέχρι και το 1925. Στην συνέχεια, αρχίζει μια μεγάλη εισροή στο Γαλάτσι από όλες τις περιοχές της Ελλάδας και έτσι ξεκινούν να δημιουργούνται οι πρώτες γειτονιές και τα πρώτα μαγαζιά. Μάλιστα το 1927 αποτέλεσε και ξεχωριστή κοινότητα. Επί Γερμανικής κατοχής τα Τουρκοβούνια έγιναν η «κρυψώνα» των αντιστασιακών. Φθάνουμε στο 1963 και το Γαλάτσι μετρώντας 14.000 κατοίκους γίνεται δήμος.

Σήμερα το Γαλάτσι έχει πληθυσμό περίπου 60.000 ανθρώπους και καταλαμβάνει έκταση λίγο πάνω από 4 χιλιόμετρα. Είναι Δήμος ο οποίος ανήκει στα Βόρεια Προάστια των Αθηνών ενώ βρίσκεται μόλις «ένα βήμα» από το κέντρο. Έχει καταφέρει να ανήκει στις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές της πρωτεύουσας, ενώ παράλληλα καταλαμβάνει το μεγαλύτερο ποσοστό πρασίνου της Αττικής.


Στα ύψη του Γαλατσίου

Μέσα στις πόλεις, τα μάτια μας έχουν ξεχάσει ότι προορίζονται για να βλέπουν και μακριά. Το πόσο μακριά θα φτάσει το βλέμμα έχει άμεση σχέση με τη σκέψη, τη ψυχολογία και το νου. Είναι μείζονος σημασίας να εξασκούμαστε στα μακριά ανοίγματα του βλέμματος για να θυμόμαστε πού και πού ότι υπάρχει και κάτι παραπέρα από την απέναντι πολυκατοικία. Το Γαλάτσι έχει κάποια σημεία που ενδείκνυνται για αυτού του είδους τις ασκήσεις. Περιφερειακός και Τουρκοβούνια λοιπόν· εκεί που ανοίγει το βλέμμα.

Τουρκοβούνια

Το μέγιστο ύψος τους φτάνει τα 337 μέτρα και είναι ο υψηλότερος λόφος εντός του πολεοδομικού συγκροτήματος της Αττικής. Το έδαφός τους είναι βραχώδες με ασβεστολιθικά πετρώματα. Το μεγαλύτερο κομμάτι τους βρίσκεται στα σύνορα του Γαλατσίου με το Δήμο Αθηναίων και πάνω τους βρίσκεται το Αττικό Άλσος.

Τα Τουρκοβούνια αναφέρονται πρώτη φορά στα «Αττικά» του Παυσανία με το όνομα Αγχεσμός. Εκεί αναφέρεται ότι ο λόφος ήταν αφιερωμένος στον Δία και ότι στην κορυφή του υπήρχε ξόανο του θεού. Από Κει ο Δίας έριχνε τους κεραυνούς και τις αστραπές του. Ο Παυσανίας επίσης αναφέρει ότι την εποχή του Σόλωνα ο λόφος έκρυβε κινδύνους· εκεί «φώλιαζαν» άνεμοι, αγρίμια, κεραυνοί και ληστές οι οποίοι κρύβονταν στις σπηλιές και κατέβαιναν για να ληστέψουν την πόλη. Το όνομα Αγχεσμός διατηρήθηκε μέχρι τον 3ο-5ο μ.Χ. αιώνα.

Έπειτα μετονομάστηκε σε Λυκοβούνια. Γι’ αυτό το όνομα υπάρχουν διαφορετικές εκδοχές προέλευσης. Μία αναφέρει ότι ονομάστηκε έτσι εξαιτίας των λύκων που ζούσαν εκεί. Μία άλλη, βασιζόμενη σε ένα μύθο, αναφέρεται στον Λύκο, έναν από τους τρεις γιους του Ερεχθέα, βασιλιά της Αττικής, στον οποίο άφησε κληρονομιά τον λόφο. Και η Τρίτη εκδοχή προκύπτει από το φως που έπεφτε στο βουνό (λύκη< πρωϊνό φως, χάραμα [ριζική λέξη που συνδέεται με το φως]). Για το όνομα Τουρκοβούνια, που παραμένει ως σήμερα, υπάρχουν επίσης πάνω από μία εκδοχές. Η μία αναφέρεται στην μακρόχρονη παραμονή στην περιοχή της τουρκικής στρατιάς του Πασά Ομάρ ο οποίος κατέλαβε την Αθήνα το 1456.

Μία δεύτερη ότι την εποχή της Τουρκοκρατίας ως νομική διάκριση των κτημάτων ίσχυε το εξής: «Τόπος όπου δεν πιάνει αλέτρι δεν μπορεί να αποτελεί ιδιωτική κτήση, αλλά ανήκει αποκλειστικά στο κράτος». Το βραχώδες έδαφος των Τουρκοβουνίων, χωρίς τη δυνατότητα καλλιέργειας, το κατατάσσουν μάλλον σε αυτήν την κατηγορία. Και μία τρίτη εκδοχή υποστηρίζει ότι πήραν αυτό το όνομα επειδή βρέθηκε τούρκικος τάφος στην κορυφή ενός από τους λόφους. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η τουρκοκρατία είναι αυτή που συνέβαλλε στην βάφτιση του λόφου.

Μέχρι το 1940 τα Τουρκοβούνια είχαν πυκνό δάσος. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής οι ανάγκες για καύσιμα οδήγησαν το μεγαλύτερο μέρος της βλάστησης σε καταστροφή. Το μέρος ήταν δύσβατο. Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα στα Τουρκοβούνια εκπαιδευόταν το Ιππικό, μέχρι το 1943 η Σχολή Ευελπίδων και μέχρι το 1946 έκανε ασκήσεις σκοποβολής η αστυνομία. Η κατασκευή των λατομείων αλλά και τα σπίτια που άρχισαν να χτίζονται στους πρόποδες τους και σήμερα φτάνουν σχεδόν μέχρι την κορυφή τους, αλλοίωσαν σταδιακά την μορφή τους.

Το 1961 η πρώτη διάνοιξη της Λ. Βεΐκου συμπαρέσυρε ένα μέρος του λόφου ενώ με την πλήρη διάνοιξη της και τη σύνδεση του Γαλατσίου με τα Βόρεια προάστια, η φυσιογνωμία των Τουρκοβουνίων άλλαξε ακόμα περισσότερο.

Ακόμη και σήμερα όμως, παρά τις αλλαγές, τα Τουρκοβούνια στέκουν αγέρωχα και σχηματίζουν με το δικό τους τρόπο το φυσικό τοπίο των περιοχών από τις οποίες παρελαύνουν.

Περιφερειακός

Ανηφορίζοντας την Πρωτοπαπαδάκη, στα δεξιά σου, σε περιμένει αυτό που λέμε «η Αθήνα στο πιάτο». Η θέα από αυτό το σημείο του Γαλατσίου είναι εντυπωσιακή και επιβλητική. Μπορείς να δεις τον Λυκαβηττό, την Ακρόπολη, την Πεντέλη, το λιμάνι του Πειραιά και όλες τις γειτονιές και τους λόφους να χύνονται σαν τουβλάκια που μόλις βγήκαν από το κουτί στο πάτωμα του Λεκανοπέδιου.

Από εκεί ψηλά, μπορείς όντως να καταλάβεις πόσο μεγάλη είναι αυτή η πόλη, αλλά ταυτόχρονα να αντιληφθείς και τις πραγματικές αποστάσεις ανάμεσα στην κάθε περιοχή, ειδικά τις πρωινές ώρες. Αν έχεις μαζί σου και ένα χάρτη για βοήθεια, τότε θα μπορέσεις να φτιάξεις την καλύτερη συνολική εικόνα της μεγαλούπολης. Στο σημείο αυτό μαζεύονται εδώ και πολλά χρόνια κυρίως τα βράδια, νέοι με αυτοκίνητα ή μηχανάκια για να απολαύσουν την πόλη έτσι όπως δεν μπορούν από πολλά άλλα μέρη.

Ο στίχος του τραγουδιού της Αρλέτας «τα ήσυχα βράδια η Αθήνα θ’ ανάβει σαν μεγάλό καράβι…» είναι αυτό ακριβώς που αντικρίζεις όταν στέκεσαι στον περιφερειακό του Γαλατσίου και απλώνεις το βλέμμα σου στον ορίζοντα.



Αποτυπώματα χρόνου

Ομορφοκκλησιά, καμίνι, λατομείο ΑΣΤΗΡ ΛΑΤΟ: Στέκουν ακόμη, παρά το πέρασμα του χρόνου, σαν κρίκοι της αλυσίδας που συνδέει το παρόν με το παρελθόν. Μέσα από την ιστορία τους, ξεδιπλώνεται και ένα κομμάτι της ιστορίας του Γαλατσίου.

Καμίνι

Από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα υπήρχανε σκόρπια στην ευρύτερη περιοχή του Γαλατσίου υποτυπώδη, πρωτόγονα λατομεία και ασβεστοκάμινα που κάλυπταν τις ανάγκες μικρών έργων.

Από τις αρχές του 20ου αιώνα, οπότε και άρχισε σταδιακά η κατασκευή των βασικών αστικών υποδομών της Αθήνας, κατέστη αναγκαία και η επεξεργασία των δομικών υλικών όπως η πέτρα, σε ειδικά οργανωμένες βιομηχανικές μονάδες. Το Γαλάτσι διέθετε δύο πολύ σημαντικά πλεονεκτήματα: πλούσια αποθέματα πέτρας καλής ποιότητας και εγγύτητα στα σημεία ζήτησης.

Έτσι, μέσα στη δεκαετία του 1930, δημιουργήθηκαν στην περιοχή δεκάδες μικρά και μεγαλύτερα νταμάρια, αλλά και ασβεστοκάμινα. Ένα από τα μεγαλύτερα και σημαντικότερα, ήταν το καμίνι της οδού Καραϊσκάκη το οποίο χτίστηκε το 1933 από Γερμανό μηχανικό και Έλληνες τεχνίτες από τη Δράμα. Το καμίνι αυτό είναι τύπου Hoffman και οι ιδιοκτήτες του ήταν δύο Έλληνες από την Κρήτη, Τσιδάκης και Μιχαλάκης.

Κατά τη διάρκεια της κατοχής, η λειτουργεία του «ασβεστάδικου», όπως το αποκαλούσαν, ανεστάλη.

Μετά τον πόλεμο και τον εμφύλιο ξεκίνησε και πάλι η επαναλειτουργία του που κράτησε μέχρι τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1970.

Τον Σεπτέμβριο του 2012, εγκαινιάστηκε το πολιτιστικό κέντρο «Καμίνι» του Δήμου Γαλατσίου.

Αυτοί που έκοβαν την πέτρα στα πρώτα πρωτόγονα νταμάρια, που την κουβαλούσαν με τις βοϊδάμαξες και την έψηναν στα πρόχειρα ασβεστοκάμινα, εργάτες και τεχνίτες, οικοδόμοι που χρειαζόταν η Αθήνα, οι λιγοστοί που δούλευαν στα λίγα κτήματα και στα χωράφια και οι μετρημένοι βοσκοί. Αυτοί αποτέλεσαν την οικιστική και κοινωνική μαγιά του Γαλατσίου.

Ομορφοκκλησία

Στην πολύβουη λεωφόρο Βεΐκου, απέναντι από την είσοδο του ομώνυμου άλσους και μέσα σε μία όαση πρασίνου και γαλήνης, βρίσκεται η Ομορφοκκλησιά. Το όνομά της οφείλεται στην αρχιτεκτονική της κομψότητα, στις πανέμορφες τοιχογραφίες της και στον ιδιαίτερο γλυπτό της διάκοσμο.

Ο ναός κτίστηκε τον 11ο αιώνα μ.Χ. πάνω σε παλαιοχριστιανική εκκλησία ή καθολική μονή, η οποία με την σειρά της είχε ανεγερθεί πάνω σε αρχαίο ναό. Ο ναός αποτελείται από τρία μέρη: τον κυρίως ναό, το παρεκκλήσι και έναν νάρθηκα. Γύρω από το ναό έχουν βρεθεί αρχαία ευρήματα και λείψανα του 5ου-4ου αιώνα π.Χ. τα οποία αποτελούν ενδείξεις ότι εκεί κοντά υπήρχε και αρχαίο νεκροταφείο.

Αυτό που καθιστά το ναό αυτό ένα στολίδι είναι οι εξαιρετικής ομορφιάς τοιχογραφίες που κοσμούν το εσωτερικό του ναού όπως επίσης και του παρεκκλησίου, με σημαντικότερη αυτή του Παντοκράτορα του τρούλου ο οποίος διασώζεται σε αρκετά καλή κατάσταση. Κάποιες από τις τοιχογραφίες είναι αυτές στο νάρθηκα του ναού όπου διακρίνονται σκηνές από το μαρτύριο του Αγίου Γεωργίου, στο όνομα του οποίου τιμάται η εκκλησία. Στον κυρίως ναό, άγιοι, ασκητές, οι κορυφαίοι των Αποστόλων Πέτρος και Παύλος, Ιεράρχες, η Παναγία με αρχαγγέλους, ο Παλαιός των Ημερών, ο Ματθαίος από τους Ευαγγελιστές (ο μόνος που διατηρείται άθικτος) και Προφήτες.

Ο μοναδικής ομορφιάς και αξίας εσωτερικός αγιογραφικός διάκοσμος της Ομορφοκκλησιάς, αποδίδεται σε ομάδες άγνωστων Αθηναίων αγιογράφων της εποχής, που η κάθε μία εξ αυτών ακολουθεί διαφορετικά ρεύματα ζωγραφικής και τεχνοτροπίας. Λόγω της καλλιτεχνική της αξίας λοιπόν, οι ειδικοί φτάνουν σε σημείο να την αποκαλούν «μουσείο αγιογραφίας». Το 1921 ο ναός ανακηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο.

Τα λόγια του Φώτη Κόντογλου για τον Παντοκράτορα του τρούλου:

«Από τον Παντοκράτορα της Ομορφοεκκλησιάς, θ’ αρχίσεις να μαθαίνεις. Πρέπει να πας να τον αντιγράψεις. Δεν θα τα καταφέρεις γιατί δεν αντιγράφεται, τόσο άπιαστο έργο είναι. Και γω δοκίμασα πολλές φορές. Μα έχει ένα μυστήριο, λες και δεν το ‘κανε χέρι ανθρώπου.  ….Μα τούτο το έργο δεν πλησιάζεται. Από 30 χρόνια πηγαίνω εκεί πέρα και Τον βλέπω. Εκείνη η χερούκλα Του είναι σαν όλα μαζί τα χέρια όλου του κόσμου. Σαν να ετοιμάζεται να σου πετάξει το ευαγγέλιο στο κεφάλι! Πολλοί δοκίμασαν να Τον αντιγράψουν μα δεν είναι εύκολο σου λέω!

….Ας έρθει όποιος θέλει απ’ το Πολυτεχνείο να κάνει ένα τέτοιο έργο, αν του βαστάει…

Είναι ο πιο σπουδαίος Παντοκράτορας σ’ όλη την Ανατολή, μα ποιος το ξέρει αυτό το πράμα..».

Λατομείο ΑΣΤΗΡ ΛΑΤΟ

Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης

Το λατομείο ασβεστοποιΐας της ΑΣΤΗΡ ΛΑΤΟ Α.Ε. βρίσκεται στην περιοχή Ακτημόνων στο Γαλάτσι, στο δυτικό μέρος του λόφου των Τουρκοβουνίων. Λειτούργησε, από το 1949 μέχρι το 1976.

Από τότε παραμένει εγκαταλελειμμένο πάνω στο βραχώδες έδαφος και το τοπίο που δημιουργεί θυμίζει μία τρύπα μέσα στο χρόνο.

Η καμινάδα του ασβεστοκάμινου έχει χαρακτηριστεί διατηρητέα και στέκει ακόμη επιβλητική στα 20 μέτρα πάνω από το έδαφος. Μισογκρεμισμένα κτίρια, τοίχοι που «ξεφυτρώνουν» μόνοι τους μέσα από το χώμα γεμάτοι γκράφιτι, σκουριασμένα υπόστεγα, και παράθυρα τα οποία δημιουργούν κάδρο στην απέραντη θέα της πόλης. Με έκταση 35 στρέμματα, ο χώρος αυτός αν και πλήρως παρατημένος, αποπνέει μία γοητεία και ένα μυστήριο. Τη γοητεία αυτή που αποπνέουν τα περισσότερα κομμάτια μέσα στις πόλεις που αποτελούν σημεία ένωσης με το παρελθόν και σε προκαλούν να τα αποκρυπτογραφήσεις.



Χιπ χοπ στο Γαλάτσι

Το Γαλάτσι μπορεί να πει κανείς ότι έχει παράδοση στο χιπ χοπ αφού έχει βγάλει κάποια από τα γνωστότερα ονόματα της χιπ χοπ σκηνής. Η πορεία του χιπ χοπ στην Ελλάδα είναι μεγάλη και καθόλου αμελητέα ως προς την ποιότητα των παραγωγών, αλλά και με φανατικό κοινό που ζωντανεύει τα live. Εισβολέας, Βήτα Πεις και Ραψωδός Φιλόλογος είναι οι Γαλατσιώτες που δίνουν τον δικό τους ρυθμό στην πορεία της μουσικής αυτής.

Η ιστορία του χιπ χοπ στο Γαλάτσι ξεκινάει κάπου τη δεκαετία του ’90 όπου κάποια αλανάκια αποφάσισαν ότι θα αντισταθούν στην κουλτούρα που σέρβιρε η εποχή τότε και θα αρχίσουν να στήνουν τη δική τους φάση. Με την Γκράβα να είναι το καταφύγιό αλλά και το ορμητήριό τους, έφηβοι μαθητές μαθημένοι στα δύσκολα μέσα σε ένα αλήτικο σχολείο με πολλή ζωή όμως και πολλά ερεθίσματα να πάρει κανείς, άρχισαν να ρίχνονται στη μάχη της εύρεσης ταυτότητας. Απέναντι στο κυρίαρχο σύστημα, τον φασισμό και τον ρατσισμό η κουλτούρα του χιπ χοπ ξεκίνησε από τους ανήλιαγους διαδρόμους και τα σχολεία της Γκράβας, ξεχύθηκε στα πάρκα και τις συνοικίες του Γαλατσίου για να συνεχίσει την πορεία του προς όλη την Αθήνα.

Ο Ηλίας Παπανικολός aka Εισβολέας, μαθητής στο 2ο Γυμνάσιο και Λύκειο της Γκράβας, ξεκίνησε όπως ο ίδιος έχει δηλώσει το χιπ χοπ σε μία δύσκολη εποχή για την Ελλάδα, αλλά κατάφερε να δώσει τη δική του πνοή στο είδος και να διαμορφώσει αυτό που λέμε κουλτούρα. Το nickname του πλέον είναι πασίγνωστο, ακόμη και σε όσους δεν ακούν το είδος αυτό της μουσικής. Τα κομμάτια και οι συνεργασίες του δείχνουν ότι πειραματίζεται συνεχώς συνδυάζοντας το ρεμπέτικο με το χιπ χοπ και φωνές και μουσικά όργανα που δεν περιμένει κανείς να ακούσει μέσα σε χιπ χοπ κομμάτια. Με ένα χαμόγελο πάντα και μια φάτσα αλανιάρικη αλλά και γλυκιά ταυτόχρονα, συνεχίζει ακομπλεξάριστος και δημιουργικός να μας κερνάει έξυπνους στίχους που προβληματίζουν.

Οι Βήτα Πεις ξεκίνησαν κι αυτοί μέσα από τη Γκράβα ενώ σήμερα έχουν καταφέρει να είναι από τα μεγαλύτερα ονόματα της σκηνής αυτής.

Τους φανατικούς ακροατές τους άνετα μπορεί κάποιος να το χαρακτηρίσει οπαδούς αφού είναι πιστοί ακόλουθοι. Τα μέλη των Βήτα Πεις είναι: ο Άκης aka Hatemost, o Πάρης aka Pure form και ο Χρίστος aka Άσαρκος. Τα CD τους τα διαθέτουν δωρεάν στο ίντερνετ και δε θέλουν καμία δισκογραφική πάνω από το κεφάλι τους να τους υπαγορεύει τι και πώς πρέπει να τα λένε. Τον Δεκέμβριο του 2013 γιόρτασαν τα 10 χρόνια από το ξεκίνημά τους στο Sporting, γεμίζοντάς το με 4.000 οπαδούς, αριθμός πρωτόγνωρος για τα δεδομένα της χιπ χοπ σκηνής στην Ελλάδα.

Ο Αλέξανδρος Πτίνης aka Ραψωδός Φιλόλογος, γεννήθηκε στον Πειραιά αλλά μεγάλωσε κι αυτός στο Γαλάτσι όπου ζει μέχρι και σήμερα. Το 2004 έρχεται ο πρώτος του δίσκος ως μέλος του συγκροτήματος Διαρρήκτες, οποίος ονομάζεται Ιδιαζόντως Ειδεχθές. Το 2007 κάνει τη σόλο του εμφάνιση με τον δίσκο «Σε μια τόσο δα στιγμή» και την πρώτη κυκλοφορία ως μέλος των Ladose. Ένα χρόνο αργότερα, οι Ladose κυκλοφορούν το κομμάτι «4εις γειτονιές» και με αυτό γίνονται γνωστοί στο ευρύ κοινό.

Ο δίσκος πλέον «Ladose Saga – 4εις Γειτονιές», έχει έντονο το στοιχείο της γειτονίας στη θεματολογία του κι εκεί ο Ραψωδός Φιλόλογος μιλάει για τη δική του γειτονιά που είναι το Γαλάτσι. Από τότε ακολούθησαν πολλοί δίσκοι ακόμη και κομμάτια που τον καθιέρωσαν στους διαδρόμους της χιπ χοπ σκηνής. Οι στίχοι του Ραψωδού Φιλόλογου έχουν έντονα το κοινωνικό στοιχείο μέσα τους και είναι ιδιαίτερα προσεγμένοι. Από πολλούς που ασχολούνται με την ραπ, θεωρείται ως ένας από τους καλύτερους στιχουργούς που πέρασαν ποτέ από την σκηνή αυτή.

Αυτά είναι κάποια από τα ονόματα -σίγουρα υπάρχουν κι άλλοι που δεν γνωρίζω- που ξεκίνησαν από τον μικρό πυρήνα του Γαλατσίου και έδωσαν στη συνέχεια τον ρυθμό τους σε όλη την Ελλάδα. Η μουσική αυτή, περνώντας τα πάνω και τα κάτω της μέσα στα χρόνια, έχει καταφέρει να παραμείνει όρθια και σίγουρα μέσα σε όλα αυτά που συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια, αξίζει να ακούσει κανείς τι έχουν να μας πουν τα παιδιά αυτά, τα παλιά αλλά και τα πιο καινούρια.



Συνοικία: Λαμπρινή

Ένα όνομα που χάνεται στο χρόνο

Σε ένα αφιέρωμα για το Γαλάτσι, δεν θα μπορούσε να λείπει μια ειδική μνεία στην περιοχή της Λαμπρινής. Συνοικία που διατηρεί ακόμη το χρώμα της, ξεχωρίζει για την πλατεία με την χαρακτηριστική εκκλησία, ενώ τα πολυάριθμα μεζεδοπωλεία και καφετέριες μαζεύουν όχι μόνο τους γείτονες, αλλά πολύ κόσμο από όλες τις περιοχές της Αθήνας. Γιατί ονομάστηκε όμως Λαμπρινή;

Υπάρχουν δύο θεωρίες αναφορικά με την προέλευση του τοπωνυμίου «Λαμπρινή», της συνοικίας που μοιράζεται ο δήμος Αθηναίων και ο δήμος Γαλατσίου. Η πρώτη θέλει το όνομά της να προέρχεται από τους ιδιοκτήτες των εκτάσεων, των Βέικων. Συγκεκριμένα, η περιοχή λέγεται ότι ονομάστηκε έτσι προς τιμήν του προγόνου τους, Σουλιώτη οπλαρχηγού Λάμπρου Βέικου, ο οποίος σκοτώθηκε στη μάχη του Ανάλατου το 1827. Η δεύτερη, πιο πιπεράτη, θέλει στο σπίτι των Βέικων να εργάζεται μια νεαρή υπηρέτρια, η Λαμπρινή, με την οποία ένας από τους Βέικους είχε ερωτικές σχέσεις. Ως ανταμοιβή για τις υπηρεσίες της, της δώρισε μερικά αμπέλια που σήμερα καλύπτουν την περιοχή της Λαμπρινής. Βέβαια, υπάρχει και η εκδοχή που θέλει τη γυναίκα του Βέικου να ονομάζεται Λαμπρινή κι έτσι, το όνομά της να δίνεται στην περιοχή λόγω της μεγάλης αγάπης.

Ποια προτιμάμε εμείς; Φυσικά τη δεύτερη! Απανταχού φίλες και φίλοι φίλων και γνωστών υποστηρίζουν με λύσσα ότι μια υπηρέτρια ήταν η πρωταγωνίστρια μιας παράνομης ιστορίας αγάπης και βρέθηκε να ζει μια καλύτερη ζωή, αφού έμπλεξε με τους πλούσιους αριστοκράτες. Σίγουρα, αυτή η εκδοχή δηλώνει κάτι από τα ήθη και τα έθιμα της ίδιας της χώρας. Μια ιστορία χιλιοειπωμένη – από ελληνικές ταινίες μέχρι λογοτεχνικά έργα – παίρνει σάρκα και οστά και βάζει το λιθαράκι της σε μία πόλη με ήδη πλούσια ιστορία.

Η Λαμπρινή και η εκδοχή της ονοματοδοσίας της είναι από τις πιο γοητευτικές ανάμεσα σε αντίστοιχες ιστορίες συνοικιών. Γι’αυτό ίσως η ίδια η περιοχή παραμένει γοητευτική και σημείο αναφοράς, τόσο για το Γαλάτσι, όσο και για την ίδια την Αθήνα.



Χριστούγεννα στο Γαλάτσι

Τα Χριστούγεννα φέτος έρχονται στο Γαλάτσι με το τρενάκι! Από τις 6 Δεκεμβρίου μέχρι τις 5 Ιανουαρίου το χριστουγεννιάτικο χωριό (Παπαφλέσσα, Φαύνου, Κυμοθόης) αλλά και ολόκληρη η πόλη θα γεμίσουν με χρώματα, γέλια και χαμόγελα!

Στις εκδηλώσεις που θα πραγματοποιηθούν θα βρεις τον άι Βασίλη, τον μάγο των Χριστουγέννων, φαγητό, βασιλόπιτες, τη νεράιδα του χιονιού, χριστουγεννιάτικα φυτά και ξωτικά να μπερδεύονται με τους ανθρώπους και να δημιουργούν την πιο γιορτινή ατμόσφαιρα που μικροί και μεγάλοι χρειαζόμαστε.

Περισσότερες πληροφορίες θα βρείτε ΕΔΩ