πέρασμα Ρ1 [Ρεϊκιαβικ] / αβαρής

Εδώ.

Λίγο πιο κάτω από το πλάτος 66°.
Με ανέμους οριζόντιους, ευθείς και ανελέητους, επιτέλους, έφτασα ξανά.
Χωρίς εσένα αλλά μεσενα.

Γιατί ακόμη και όταν δεν υπάρχει τίποτα, κάποια πράγματα δε σταματούν.

Ποτέ.

[οι κύκλοι και οι ορίζοντες, είναι μόνο στο μυαλό μας]

Έχει ωραίους χώρους εδώ, υπερβαίνουν αβίαστα το παρελθόν, αδιαφορούν για το μέλλον [αυτό άλλωστε μπορεί να μη γίνει καν].

Νερά και βράχοι, αυτή η οικεία δωρικότητα. Μέσα της, προσπαθώ να γίνω αυτός που είμαι, να θυμηθώ γιατί ακριβώς ήρθα. Σαν/σε αναζήτηση μιας νέας αρχιτεκτονικής, ενός νέου ρυθμού.

Καλήτερα.

Χωρίς βάρος, χωρίς προσδοκίες, μετάνοιες ή θυμό, μιλάω σε σένα [και σε μένα] για να συγκρατώ τους χρόνους.

Οι άνθρωποι δεσποινίς, δεν είμαστε παρά περάσματα.
Ακόμη 1 λοιπόν, στην πορεία προς το [τέλειο] 0 ή/και το άπειρο [της απόλυτης κατάφασης].

Μου λείπεις, είμαι καλά,
Dads