Πόσο θα ήθελα να…

Πήγα στο άλλο το γραφείο, το άτυπο «καφενείο» μας, εδώ στο νεοκλασικό της οδού Θήρας, και αναφώνησα: «Δεν αντέχω άλλο». Η συνάδελφος ρώτησε: «Την πολλή δουλειά ή την πραγματικότητα;». Το δίχως άλλο την πραγματικότητα, φίλες και φίλοι.

Πολλές φορές μες στην ημέρα ξεκινάω να μιλάω με τη φράση «Πόσο θα ήθελα να…» Από το πιο μικρό ως το πιο μεγάλο. Αυτό δηλώνει κάτι για την πραγματικότητα ή για την ανθρώπινη φύση που πολλές φορές έχει μια ροπή προς το ανικανοποίητο; Όμως, αυτά τα θέλω δεν είναι και τίποτα extravagant, δεν χαρακτηρίζονται από πλεονεξία. Ίσως χαρακτηρίζονται από ένα «αχ», ένα «ουφ», ένα όνειρο που δεν είναι τόσο δύσκολο να γίνει πραγματικότητα. Και τότε η πραγματικότητα θα είναι λίγο πιο ανεκτή.

Πόσο θα ήθελα το Σαββατοκύριακο να είναι 3 μέρες και όχι δύο. Μέχρι να ξεκουραστείς, έρχεται πάλι Δευτέρα.

Πόσο θα ήθελα να κάνω γυμναστική και να μην πονάω τόσο.

… να μην έχω εξαρτηθεί τόσο από το κάπνισμα.

… να είχα τόσο χρόνο ώστε να δουλεύω, να σπουδάζω, να διαβάζω, να βγαίνω, να ξεκουράζομαι κάθε μέρα.

… να είχα λίγα περισσότερα χρήματα ώστε να μην σκέφτομαι αν θα πάρω κι άλλο ποτό ή άλλο ένα φόρεμα.

Πόσο θα ήθελα στο σπίτι μου να είχα κι άλλο σκύλο, κι άλλη γάτα, δύο παπαγάλους που μιλούν και ένα σκιουράκι.

Πόσο θα ήθελα το σπίτι να καθαριζόταν μόνο του.

… να μπορώ να ξυπνάω λίγο πιο πρωί και να βλέπω την Ανατολή.

… να είμαι χειμερινή κολυμβήτρια.
… να βλέπω πιο συχνά τη θάλασσα.
… να είναι μόνο Άνοιξη – Καλοκαίρι – Φθινόπωρο. Να βγει από τη λίστα ο Χειμώνας.
… να λέω πιο συχνά «όχι». Και πιο συχνά «ναι».
… να μην ξεχνάω ποτέ τίποτα.
… να βγαίνουν πιο συχνά ταινίες.
… τρώω καλύτερα και να μην έχω τόσες περιέργειες στο φαγητό.
… να αντέχω να τρέχω πάνω από 3 φορές το Πεδίο του Άρεως γύρω γύρω.
… να μην νιώθω τόσο κουρασμένη από τις δυσκολίες.

Αλλά κυρίως.
Πόσο θα ήθελα να μπορώ να κάνω ένα διάλειμμα από την πραγματικότητα, να πηγαίνω να ζω σε μία άλλη για λίγο, έχοντας γνώση ότι η αυτή η δεύτερη είναι πλαστή και να την επισκέπτομαι μόνο για λίγο, για να πάρω λίγο θετική ενέργεια. Σαν να μπορώ να μπω σε ένα καλό όνειρο και να βγαίνω όποτε βαριέμαι.
Πολύ Νέτφλιξ βλέπω ε;