Τα μισά τα μίσησα | Η ψύχη της πόλης

Μισόλογα ή αλήθεια κι ας πονάει; Αρκούμαι στα λίγα ή ρουφάω τη ζωή ως το μεδούλι; Βουτάω στο κενό με το κεφάλι ή χαλαρώνω στον καναπέ; Κρατάω πάντα πισινή ή ρισκάρω κι ας βρω τον μπελά μου; Η χαρά της γνώσης, η ανακάλυψη του καινούργιου έχει μεγαλύτερη αξία ή κάθομαι στ’ αυγά μου μην χάσω τα κεκτημένα;

Το φως ταξιδεύει! Βόλεμα και ακινησία ή πέτρα που κυλάει δεν χορταριάζει; Η απόλαυση της συμμετοχής ή η ματαιοδοξία της επικράτησης;
Χίλιες φορές καλύτερα να παίξω κι ας χάσω, από το να πέσω αμαχητί. Το παιχνίδι έχει σημασία και όχι η νίκη. Μέχρι δεύτερος αντέχω, παρακάτω δεν μπορώ, που λέει σ’ ένα τραγούδι του κι ο φίλος μου ο Δεληκούρας. Καλύτερα ευτυχισμένος ουραγός, από δυστυχισμένος πρώτος! Εξάλλου οι έσχατοι έσονται πρώτοι…

Στον έρωτα πάλι, όλη η γλύκα βρίσκεται στο να παραδοθείς άνευ όρων. Ντουγρού στον γκρεμό με τα χίλια! Χωρίς κρατήματα και δεύτερες σκέψεις. Στην καψούρα λογική δεν χωράει. Παραδίνεσαι στο πιο γλυκό δρεπάνι. Η έκφραση «πονάω αλλά μ’ αρέσει» δεν βγήκε τυχαία…

Και τον πόνο και τη λύπη, να τα ζεις ως το μεδούλι. Είναι μαθήματα σκληρά μεν, απαραίτητα δε, για να προχωρήσει η ζωή παρακάτω. Δεν υπάρχει ανηφόρα χωρίς κατηφόρα. Δεν υπάρχει γάμος δίχως κλάμα και κηδεία χωρίς γέλια. Χαρμολύπη. Κλαυσίγελος.

Πότε γέλιο, πότε κλάμα, θα τη βγάλουμε αντάμα, όπως λέει κι ο σοφός παππούς Τσιτσάνης.πα
Δεν μπορώ τους τσιγκούνηδες. Είναι σφιχτοί και στα αισθήματα. Μην τυχόν και σου πουν καμιά καλή κουβέντα παραπάνω. Μην ανοίξουν την αγκαλιά τους διάπλατα. Μην γελάσουν με την καρδιά τους. Μην δείξουν υπέρμετρη χαρά και τους πάρουν για χαζοχαρούμενους. Το ίδιο και στη λύπη. Δεν αφήνουν τα δάκρυα να κυλήσουν και να λυτρωθούν. Τα καταπίνουν όλα. Σφίγγουν τα δόντια να μην κλάψουν. Μην τυχόν και παρεξηγηθούν. Μη φανούν ευάλωτοι και το εκμεταλλευτούν οι άλλοι.
Κλάψε, γέλα, παίξε, τρέχα! Η ζωή δεν περιμένει…

Στην εξώπορτα ενός επαρχιακού νεκροταφείου είδα μια υπέροχη μαρμάρινη επιγραφή: «Κι εμείς είχαμε δουλειές, αλλά τις αφήσαμε…»


Προς επίρρωση το νεότευκτο -λαίμαργο για ζωή- άσμα

«Τα μισά τα μίσησα»

Ολόκληρη θέλω χαρά
ακέραια τη λύπη
αυτό το μεσοβέζικο
εμένα να μου λείπει.

Έφυγα, γύρισα
τα μισά τα μίσησα.

Ολάκερη την ηδονή
γεμάτο και τον πόνο
με τα κανάτια το φιλί
την πίκρα με τον τόνο.

Στην παρτίδα του έρωτα
ρέστα και όχι πάσο
θα τήνε ρίξω τη ζαριά
θα παίξω και ας χάσω.