To πολύπλευρο στην μορφωτική διαδικασία

Πολλές συζητήσεις έχουν γίνει σχετικά με τα πλαίσια που θέτει το σχολείο στην εκπαιδευτική διαδικασία, όπως και γενικότερα για τον ίδιο τον όρο «εκπαιδευτική διαδικασία».

Ο τρόπος μετάδοσης γνώσεων και μόρφωσης σε ένα ευρύτερο εννοιολογικό πεδίο καθιερώθηκε με γνώμονα συγκεκριμένες ανάγκες μιας εποχής. Πάντα υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης ενός οποιουδήποτε συστήματος, ακανθώδεις πτυχές και κακώς κείμενα. Και η εκπαίδευση είναι τρανό παράδειγμα. Πολλά σημεία που θα βοηθούσαν μαθητές κάθε ηλικίας να βρουν την κλίση τους ή έναν πιο εύκολο τρόπο να μαθαίνουν, έχουν παραληφθεί ή παραγκωνιστεί από το σύστημα που επικρατεί. Οι επόμενες σελίδες είναι αφιερωμένες σε αυτά τα «σημεία»· εκμάθηση ξένων γλωσσών, δημιουργία, μουσική, αθλητισμός και ρομποτική σε έναν κόσμο που (ευτυχώς) αλλάζει και αγκαλιάζει δυσκολίες, διαφορετικότητες και εκσυγχρονισμούς.


ΞΕΝΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ | Ένα ανοιχτό παράθυρο στον κόσμο

«Διάβαζε παιδί μου να πάρεις
το λόουερ!»
«Ε, μια ξένη γλώσσα παντού
χρειάζεται!»

Μα πόσες φορές αντήχησαν οι φράσεις αυτές στα παιδικά μας αυτιά; Και πόσες φορές νιώσαμε μεγαλώνοντας την αλήθεια που ήταν κρυμμένη πίσω από αυτές τις φράσεις! Η γλώσσα είναι το στοιχείο που μας ενώνει, αλλά και που μας χωρίζει. Η σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα το έχει κατανοήσει και μας δείχνει τον δρόμο. Η κινητικότητα των λαών, εκούσια ή υποκινούμενη από πιέσεις –με τρανό παράδειγμα την εισροή μεγάλου αριθμού προσφύγων στον ελλαδικό χώρο– έχει επηρεάσει την εκπαιδευτική διαδικασία, όπως και την άποψη περί γλωσσομάθειας. Κάποτε, τα Αγγλικά διδάσκονταν στα σχολεία για πρώτη φορά στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Στη συνέχεια, θες επειδή το βιοτικό επίπεδο ανέβηκε, θες επειδή το ίδιο έγινε και με τις απαιτήσεις στη ζωή και την εκπαίδευση, να που τα Αγγλικά εντάχθηκαν στο πρόγραμμα των Δημοτικών σχολείων. Στο Γυμνάσιο δε, τα παιδιά ήταν έτοιμα πλέον και για μια δεύτερη ξένη γλώσσα, επιλέγοντας ανάμεσα σε Γαλλικά ή Γερμανικά. Έπειτα, ούτε κι αυτό ήταν αρκετό. Η δεύτερη ξένη γλώσσα έγινε μάθημα υποχρεωτικό για τα πεμπτάκια του Δημοτικού. Και για του λόγου το αληθές, πολύ πριν μπει η δεύτερη ξένη γλώσσα στο εβδομαδιαίο πρόγραμμα της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, ουκ ολίγοι μαθητές κατέφευγαν στα φροντιστήρια ξένων γλωσσών για να μάθουν Γαλλικά ή Γερμανικά από τα 10 ή τα 12 τους χρόνια.

Και γιατί τα λέμε όλα αυτά; Γιατί, προφανώς, ο σύγχρονος άνθρωπος έχει κατανοήσει ότι η συνέχιση της ύπαρξής του στον κόσμο τούτο εξαρτάται άμεσα από το ευρύτερο περιβάλλον του, που είναι παγκοσμιοποιημένο. Η εκμάθηση ξένων γλωσσών φαίνεται η μόνη λύση μπροστά στη θέα ενός σύγχρονου πύργου της Βαβέλ, ο οποίος δεν είναι κατ’ αποκλειστικότητα γλωσσικός, αλλά κυρίως πολιτιστικός. Σε αυτό το σημείο έρχεται η εκπαίδευση να παίξει τον ρόλο της, καθώς η διδασκαλία μιας ξένης γλώσσας προσφέρει στον μαθητή αυτή τη σύνδεση με τον υπόλοιπο κόσμο. Αν και γενικά η γλωσσομάθεια αντιμετωπίζεται ως στοιχείο χρησιμοθηρίας για μια θέση στην αγορά εργασίας, η εκμάθηση ξένων γλωσσών κρύβει πολλά παραπάνω. Είναι η ανακάλυψη ενός νέου πολιτισμού, καθώς υπεισερχόμαστε σε έναν κόσμο ανθρώπων με διαφορετικό τρόπο σκέψης. Ανακαλύπτουμε νέες συμπεριφορές, παύουμε να έχουμε προκαταλήψεις, επαναπροσδιορίζουμε τη στάση μας απέναντι στην κοινωνία. Μα τι πιο όμορφο απ όλα αυτά;!

Πίσω στον χρόνο…..

  1. Ελλάδα και γλωσσομάθεια: Αν και ως επίσημη έναρξη της ξενόγλωσσης εκπαίδευσης στην Ελλάδα ορίζεται το έτος 1833, ουσιαστική παρουσία της αγγλικής γλώσσας στα προγράμματα των σχολείων έχουμε από το 1961, καθώς μέχρι τότε η Γαλλική τύχαινε ευρύτερης διάδοσης.
  2. Αγγλικά vs Γαλλικά: Νόμος σχετικός με τη διδασκαλία των αγγλικών ως υποχρεωτικό μάθημα στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση απαντάται πρώτη φορά το 1945. Ωστόσο, αυτό δεν επιτυγχάνεται στα Γυμνάσια όλης της χώρας εξαιτίας της έλλειψης διδακτικού προσωπικού. Το 1961 η τρίωρη εβδομαδιαία διδασκαλία ξένων γλωσσών αποτελεί μέρος του «ωρολογίου προγράμματος των Γυμνασίων της πρώτης βαθμίδος», όπου ως ξένες γλώσσες νοούνται η γαλλική ή η αγγλική.
  3. Η καθιέρωση των Αγγλικών: Από το 1993 το περιεχόμενο του μαθήματος «Ξένες Γλώσσες» δεν αναφέρεται πια στην απλή επιλογή μεταξύ αγγλικών ή γαλλικών, αλλά σε «Αγγλικά και Γαλλικά ή Γερμανικά». Μάλιστα, η εβδομαδιαία διδασκαλία των Αγγλικών αυξάνεται σε πέντε ώρες.

ΡΟΜΠΟΤΙΚΗ | Το μάθημα του μέλλοντος και του παρόντος

Τα τελευταία χρόνια ακούω πολύ συχνά τον όρο «Ρομποτική». Κι όταν λέω τα τελευταία χρόνια, εννοώ τα πολύ τελευταία, μιας και μια δεκαετία έχει περάσει πάνω κάτω από τότε που τελείωσα κι εγώ το σχολείο, αλλά αυτά τα «πράγματα» δεν τα ξέραμε. Γονείς στέλνουν τα παιδιά τους για Ρομποτική ως εξωσχολική δραστηριότητα και απορώ με αυτή την καινούρια μόδα. Είμαι τόσο μεγάλη;! Και τι είναι επιτέλους η Ρομποτική;

Έκατσα λοιπόν κι έψαξα! Για να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, πρόκειται για κλάδο της μηχανοηλεκτρικής επιστήμης, που καθορίζει και ελέγχει τη λειτουργία διαφόρων μηχανικών εξαρτημάτων. Με πιο απλά λόγια, ο κλάδος της Ρομποτικής μελετά τις μηχανές εκείνες που μπορούν να αντικαταστήσουν τον άνθρωπο στην εκτέλεση μιας εργασίας, η οποία συνδυάζει την εμπλοκή του ανθρώπου μέσω της φυσικής δραστηριότητας και της λήψης αποφάσεων. Η βιομηχανία και η ιατρική είναι δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα ωφελούμενων τομέων από τα επιτεύγματα της ρομποτικής.

Όταν όμως μιλάμε για μάθημα Ρομποτικής σε παιδιά, η μάθηση και η δημιουργικότητα συναντούν το παιχνίδι και τη φαντασία μέσα από τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη χρήση ρομπότ. Πώς επιτυγχάνεται αυτό; Η επιστήμη της Ρομποτικής έρχεται πιο κοντά στο εκπαιδευτικό περιβάλλον ακολουθώντας ένα συγκεκριμένο μοντέλο εκπαίδευσης, που ακούει στο όνομα STEM. Πρόκειται για το ακρωνύμιο των λέξεων Science, Technology, Engineering, Mathematics, που μαρτυρά ότι οι μαθητές έρχονται σε επαφή με στοιχεία Φυσικής, Προγραμματισμού, Μηχανικής και Μαθηματικών, προσαρμοσμένων σε ένα περιβάλλον που σε προκαλεί να επιλύσεις προβλήματα μέσα από την ομαδική εργασία.

Τι περιλαμβάνει ένα μάθημα Ρομποτικής; Ανάλογα με τις ηλικίες στις οποίες απευθύνεται, η Ρομποτική προσαρμόζεται στις γνωστικές ικανότητες των παιδιών. Η κατασκευή απλών ρομποτικών συστημάτων και αυτοματισμών μπορεί να αποτελεί το περιεχόμενο μιας πρώτης επαφής με το αντικείμενο. Προχωρώντας, τα παιδιά μπορούν να δοκιμάσουν τις δυνατότητές τους στην κατασκευή μιας σειράς εφαρμογών, όπως έξυπνα σπίτια, έξυπνες πόλεις ή αυτόνομα οχήματα προγραμματίζοντας με μικροελεγκτές, αισθητήρες και ενεργοποιητές. Σε μεγαλύτερη ηλικία, στις τάξεις του Γυμνασίου περίπου, τα παιδιά καλούνται να οργανώσουν projects με χρήση τεχνολογιών αιχμής, όπως να σχεδιάσουν και να πραγματοποιήσουν μια τρισδιάστατη εκτύπωση, να κατανοήσουν τη μηχανική όραση και να ανακαλύψουν πώς οι αισθητήρες «κυβερνούν» αυτά τα μοτέρ -αυτούς τους διαόλους που θα λεγε ένας μεγαλύτερος σαν κι εμένα!- μέσω του προγραμματισμού.

Η ΡΟΜΠΟΤΙΚΗ ΣΕ ΑΡΙΘΜΟΥΣ

  1. Περισσότερα από 177.000 σετ ρομποτικής προορίζονται για παιδιά νηπιαγωγείου, δημοτικού και γυμνασίου, προσαρμοσμένα ανά ηλικιακή ομάδα και μαθησιακές ανάγκες, με σκοπό τον ψηφιακό μετασχηματισμό της εκπαίδευσης, δίνοντας τη δυνατότητα στους μαθητές να εγκύψουν ομαδοσυνεργατικά στην κατασκευή και τον προγραμματισμό νέων προγραμμάτων ρομποτικής.
  2. Κεντρικός στόχος της διδασκαλίας STEM είναι η απόκτηση αυτοπεποίθησης μέσα από τη γνώση. Αυτός ο στόχος υπακούει στις νέες επιταγές που θα επικρατήσουν στο χώρο εργασίας στα επόμενα χρόνια, δεδομένου ότι το 65% των σημερινών μαθητών δεν γνωρίζει τι επάγγελμα θα κάνει, αφού αυτό δεν έχει ανακαλυφθεί ακόμη!
  3. Η εκπαίδευση στο STEM αποτελεί πλέον οικονομική επιταγή για την Αμερική, διότι σχεδόν όλα τα αναπτυσσόμενα επαγγέλματα μέσα στην επόμενη δεκαετία θα απαιτήσουν κάποιο υπόβαθρο σε γνώσεις τεχνολογίας, μηχανικής και μαθηματικών. Σύμφωνα με έρευνες του U.S Department Commerce, τα επαγγέλματα STEM αυξάνονται κατά 17% συγκριτικά με άλλα επαγγέλματα, τα οποία αυξάνονται με ρυθμό 9.8 %.

ΚΕΝΤΡΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ (ΚΔΑΠ) | Όταν το παιδί ασχολείται… δημιουργικά

Ο τομέας που πάντα βρισκόταν στο περιθώριο του ωρολογίου σχολικού προγράμματος είναι ο τομέας της Τέχνης: καλλιτεχνικά, θεατρική αγωγή, μουσική, χειροτεχνίες είναι από εκείνες τις ώρες που ακόμη κι αν επιβάλλονται στο πρόγραμμα, έστω σε πολύ μικρό ποσοστό, συνήθως «θυσιάζονται» στο βωμό της μελέτης και του κυνηγητού ενός καλύτερου βαθμού με τη στείρα αποστήθιση. Θα ήταν, δε, εξαιρετικά κουραστικό να αναλυθούν πάλι τα «θετικά» που προσφέρει σε παιδιά και εφήβους η επαφή με τον τομέα του πολιτισμού, τη στιγμή που έχουν χυθεί πολλά μελάνια και έχουν γίνει πολυάριθμες μελέτες που το αποδεικνύουν. Το σημαντικό είναι ότι, αν μη τι άλλο, υπάρχουν επιλογές ώστε να φέρουμε τους μαθητές, ειδικά τους μικρότερους, ένα βήμα πιο κοντά στην Τέχνη.

Από το 1996 υπάρχουν στην Ελλάδα τα Κέντρα Δημιουργικής Απασχόλησης Παιδιών (ΚΔΑΠ). Οι ειδικοί δίνουν ως ορισμό στον όρο «δημιουργική απασχόληση» την ενεργή και αμέριστη συμμετοχή του παιδιού στην εμπειρική μάθηση, τη διασκέδαση και την κοινωνικοποίηση μέσω πνευματικών και σωματικών δραστηριοτήτων που ωφελούν το παιδί ολιστικά.

Έτσι, τα ΚΔΑΠ είναι παιδαγωγικοί χώροι οι οποίοι έχουν φτιαχτεί για να προσφέρουν χαρά και διασκέδαση μέσω της μάθησης. Σκοπός τους είναι να παρέχουν δραστηριότητες ποιοτικές και δημιουργικές, ατομικές ή ομαδικές, να γεμίσουν τον ελεύθερο χρόνο ενός παιδιού και να καλλιεργήσουν την κοινωνικοποίησή του. Παράλληλα, τα παιδιά κάνουν φιλίες, δυναμώνουν τις ήδη υπάρχουσες, εξελίσσουν τα ταλέντα τους και τις δεξιότητες τους, δοκιμάζουν διάφορα πράγματα για να ανακαλύψουν τι είναι αυτό που τους αρέσει.

Κάποιες από τις δραστηριότητες που συνήθως περιλαμβάνουν ή προτείνουν τα ΚΔΑΠ είναι καλλιτεχνικά εργαστήρια, κατασκευές και κουκλοθέατρο, μουσικοκινητική αγωγή, μοντέρνος χορός, γυμναστική, θεατρικό παιχνίδι, εργαστήρια πληροφορικής, αφήγηση παραμυθιών, μικροί σεφ, πηλοτεχνίες, εργαστήρια αρχιτεκτονικής, origami, εργαστήρι κόμικς, εργαστήρι κουκλοθεάτρου, δραστηριότητες φιλαναγνωσίας, κατασκευές με ανακυκλώσιμα υλικά, εργαστήρι πειραμάτων, επιτραπέζια παιχνίδια, ελεύθερη ώρα παιχνιδιού, θεματικά πάρτι, δανειστική βιβλιοθήκη, ρομποτική κ.ά.

Το πρόγραμμα των ΚΔΑΠ είναι απογευματινό, απασχολούν παιδιά από 5-12 ετών συνήθως, ενώ υπάρχουν προγράμματα ΕΣΠΑ τα οποία δύναται να δώσουν vouchers εισόδου κατόπιν κάποιων προϋποθέσεων ώστε να μην επιβαρύνονται οικονομικά οι οικογένειες.

Ίσως αξίζει να δώσουμε ευκαιρία σε ιδιωτικά ή δημόσια ΚΔΑΠ της γειτονιάς μας. Μια δοκιμή μπορεί να ανοίξει καινούργια παράθυρα γνώσεων και ψυχαγωγίας στα παιδιά.

  1. Τα ΚΔΑΠ είναι ιδιωτικά ή δημόσια, ενώ απασχολούν παιδιά από 5-12 ετών κατά κύριο λόγο. Σιγά σιγά υπάρχουν και ιδιωτικά ΚΔΑΠ τα οποία απασχολούν και μικρότερα παιδιά. Οι έφηβοι είναι πλέον συνηθισμένοι στο να επικεντρώνονται σε μία ασχολία εκτός προγράμματος, χωρίς φυσικά την επιλογή για δωρεάν παροχή της εκμάθησης. Μήπως θα έπρεπε να υπάρχει μέριμνα και για αυτή την ηλικιακή ομάδα, με μια μορφή που να αντιστοιχεί στην ηλικία τους;
  2. Υπάρχουν Κέντρα Δημιουργικής Απασχόλησης και για ΑμΕΑ. Σκοπός των Κέντρων Δημιουργικής Απασχόλησης Παιδιών με Αναπηρία (ΚΔΑΠ-ΜΕΑ) είναι η δημιουργική απασχόληση των παιδιών μέσω προγραμμάτων έκφρασης και ψυχαγωγίας, άσκησης λόγου, ανάπτυξης ατομικών και κοινωνικών δεξιοτήτων, άθλησης και σωματικής αγωγής. Επίσης η συμμετοχή των παιδιών σε προγράμματα προ-επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης καθώς και η παροχή υποστηρικτικών υπηρεσιών προς τα ίδια και το οικογενειακό – συγγενικό τους περιβάλλον.
  3. Σιγά σιγά, έχει αρχίσει να αναδεικνύεται η τάση για χρήση θεατρικών τεχνικών για την καλύτερη παράδοση του μαθήματος από τον δάσκαλο. Αυτές οι τεχνικές μπορεί να έχουν εφαρμογή σε κάθε μάθημα/διδακτέα ύλη αρκεί ο δάσκαλος να συνδυάσει τη γνώση για το μάθημα με τη γνώση θεατρικών τεχνικών. Έτσι, παιχνίδια ρόλων, κατασκευές, ομαδικά παιχνίδια μπαίνουν στην καθημερινή διδασκαλία αποδεικνύοντας ότι τα παιδιά και μαθαίνουν και ψυχαγωγούνται.

ΜΟΥΣΙΚΗ | Αξίες πάνω σε πεντάγραμμο

Είναι ιστορικά καταγεγραμμένο πως ο λαός μας διδασκόταν μουσική και χορό από τα αρχαία χρόνια και θεωρούσε την εκμάθηση τραγουδιού και μουσικών οργάνων ως τη βάση της εκπαίδευσης των ελευθέρων πολιτών, με σκοπό την καλλιέργεια της ψυχής και τους ήθους. Από την αρχαιότητα έως και σήμερα η μουσική υπήρξε πάντοτε άρρηκτα συνδεδεμένη με τον πολιτισμό και την κοινωνική ζωή.

Νευροβιολογικές έρευνες έχουν δείξει πως ακόμα και η απλή έκθεση σε μουσικά ερεθίσματα βοηθά στην τόνωση των περιοχών του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνες για την μνημονική λειτουργία, την επεξεργασία ακουστικών πληροφοριών, την ανάγνωση, ακόμη και τον έλεγχο της προσοχής. Η δε παραγωγή μουσικής εξασκεί και ενισχύει τις λεπτές κινητικές δεξιότητες, τη γλωσσική και μαθηματική ακρίβεια, καθώς και τη συνδυαστική σκέψη.

Μία εξίσου σημαντική συνεισφορά της μουσικής είναι η διευκόλυνση της έκφρασης των εσωτερικών σκέψεων και συναισθημάτων των παιδιών. Δίνεται έτσι σε γονείς και δασκάλους η δυνατότητα να αντιληφθούν τα προβλήματα και να βοηθήσουν να ξεπεραστούν αποτελεσματικά. Μάλιστα, έχει παρατηρηθεί ότι τα παιδιά που παίζουν μουσική έχουν λιγότερο άγχος, σκέφτονται πιο δημιουργικά, είναι λιγότερο εσωστρεφή κι έχουν περισσότερη εμπιστοσύνη στον εαυτό τους.

Η μουσική, λοιπόν, μπορεί να αποτελέσει μία ψυχαγωγική δραστηριότητα, η οποία συμβάλλει ουσιαστικά στην πνευματική ανάπτυξη των παιδιών, λειτουργεί ως ισχυρό μέσο συναισθηματικής έκφρασης και διαπροσωπικής επικοινωνίας και εφοδιάζει τα παιδιά με κοινωνικές δεξιότητες, οι οποίες θα είναι απαραίτητες στη ζωή τους ως ενήλικες.

Επιπλέον, η μουσική βοηθάει στη δημιουργία δεσμών μέσω του ήχου, του τραγουδιού, της κίνησης και του χορού. Μέσα από τη συμμετοχή τους σε μία μουσική ομάδα, τα παιδιά ψυχαγωγούνται ενώ παράλληλα μαθαίνουν να επικοινωνούν με τους ανθρώπους και να εργάζονται ομαδικά, να θέτουν στόχους, να αγωνίζονται και να συναγωνίζονται, να εκτιμούν την προσπάθεια και να αναγνωρίζουν τα επιτεύγματα.

Για όλους τους παραπάνω λόγους και για πολλούς ακόμα, προσωπική μου άποψη είναι ότι το μάθημα της μουσικής θα έπρεπε να υπάρχει σε όλα τα σχολεία και σε όλες τις τάξεις, από το νηπιαγωγείο μέχρι και την τρίτη λυκείου, να υπάρχουν ειδικές αίθουσες στις οποίες θα λαμβάνει χώρα, καθώς και καθηγητές και δάσκαλοι διαφορετικών οργάνων ούτως ώστε τα παιδιά να έρχονται σε επαφή με μία ποικιλία οργάνων. Αν όλα αυτά συνέβαιναν σοβαρά στα σχολεία μας, θα ήμασταν περισσότερο ευτυχισμένοι άνθρωποι, με λιγότερο άγχος και νεύρα.

  1. Σκέψου πόσα πράγματα έμαθες ως παιδί τραγουδώντας τα. Πόση χαρά ένιωθες όταν μάθαινες ένα καινούριο τραγούδι. Με πόση λαχτάρα γυρνούσες στο σπίτι για να τραγουδήσεις στην οικογένειά σου το τραγούδι που έμαθες στο σχολείο.
  2. Η μουσική «τσιγκλάει» το σώμα και το πνεύμα μας. Μας ενεργοποιεί, μας κάνει πιο χαρούμενους. Πόσω μάλλον εάν είμαστε οι ίδιοι δημιουργοί της και ακόμη περισσότερο εάν είμαστε σε ηλικία που ακόμη γνωρίζουμε τον εαυτό μας και τον κόσμο και χρειαζόμαστε όσο το δυνατόν πιο πολλά δημιουργικά εργαλεία για να το καταφέρουμε.
  3. Η ενασχόληση με τη μουσική είναι ευκαιρία να ξεφύγουμε από τη βαρεμάρα. Αν και όλα τα παραπάνω σε σχέση με τα επιστημονικά αποδεδειγμένα πράγματα για τη λειτουργία της μουσικής είναι σημαντικά, έχουμε δικαίωμα και μόνο να ακούμε ή να παίζουμε μουσική επειδή απλά μας αρέσει, επειδή ξεχνιόμαστε, επειδή δεν έχουν μείνει και πολλά στην καθημερινότητα που να μας ομορφαίνουν. Ας αφεθούμε στη μουσική!

ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ | Νους υγιής εν σώματι υγιεί

Στη θεσμοθετημένη εκπαιδευτική διαδικασία το μάθημα της Φυσικής Αγωγής κατέχει τη δική του θέση. Διδάσκεται σε όλες τις τάξεις της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και οι μαθητές βαθμολογούνται στο τέλος του κάθε τετραμήνου, όπως συμβαίνει και στα υπόλοιπα μαθήματα. Ίσως, όμως, δεν έχουμε δώσει στη γυμναστική την αξία που της αρμόζει μέσα στο εκπαιδευτικό σύστημα, καθώς η επικρατούσα νοοτροπία -που δυστυχώς ασπάζονται εκπαιδευτικοί, γονείς, αλλά και παιδιά- θεωρούσε και θεωρεί «εκπαίδευση» την απόκτηση γνώσεων.

Ο Αθλητισμός παρών από τα πρώτα χρόνια της οργανωμένης εκπαίδευσης
Ταξιδεύοντας πίσω στη σύσταση του ελληνικού κράτους ως ανεξάρτητου κράτους, το μάθημα της γυμναστικής έχει τη δική του ιδιαίτερη παρουσία στο σχολείο. Αν και καθιερώθηκε το 1862 ως σχολικό μάθημα, ήδη από το 1834 θεσπίζεται στα Δημοτικά σχολεία με μια δίωρη διδασκαλία την εβδομάδα. Στα Γυμνάσια δε, γίνεται με το πέρας των άλλων μαθημάτων, εκτός σχολικού προγράμματος δηλαδή, και κατά τους θερινούς μήνες επίσης. Το 1878 φαίνεται να αναγνωρίζεται έμπρακτα η αξία του αθλητισμού στη διαμόρφωση ενός ολοκληρωμένου παιδιού και εφήβου, με την εισαγωγή της γυμναστικής ως υποχρεωτικού μαθήματος και στα Γυμνάσια, καταλαμβάνοντας ένα τρίωρο στο εβδομαδιαίο σχολικό πρόγραμμα.

Πολλά ονόματα-Μία η έννοια του αθλητισμού
Στην αρχαιότητα η έννοια της Φυσικής Αγωγής αποδιδόταν με τη λέξη Γυμναστική, με την ονομασία αυτή να χρησιμοποιείται και για το σχετικό σχολικό μάθημα. Ο όρος Φυσική Αγωγή, που χρησιμοποιείται από το 1977 μέχρι σήμερα στα σχολεία, προέκυψε από τη μετάφραση του “Physical Education”. Η μετονομασία αυτή έγινε προκειμένου να αντικατασταθούν από άποψη περιεχομένου οι δύο επικρατούσες ονομασίες: Γυμναστική και Σωματική Αγωγή, οι οποίες χρησιμοποιούνταν στο σχολικό περιβάλλον από το 1900. Ίσως για τους κοινούς θνητούς η αλλαγή στην ορολογία να μένει κενή περιεχομένου, ωστόσο γυμναστές και παιδαγωγοί μάς λένε ότι με τον όρο Φυσική Αγωγή εννοούμε όλες τις γυμναστικές, αθλητικές, χορευτικές και άλλες σωματικές δραστηριότητες.

Και τι άθλημα να επιλέξω;
Ένα ερώτημα που απασχολεί τους γονείς, καθώς είναι αυτοί που θα δώσουν τα πρώτα ερεθίσματα στο παιδί τους για να ασχοληθεί με τον αθλητισμό. Ήδη από την προσχολική ηλικία το παιδί είναι έτοιμο να αρχίσει μια αθλητική δραστηριότητα, οπότε γονείς, βουρ στον αθλητισμό! Η αλήθεια είναι ότι μόνο με τη δοκιμή θα γίνει η κατάλληλη επιλογή αθλήματος, ενώ οι γονείς αφουγκράζονται παράλληλα τις προτιμήσεις των παιδιών.
Και μην ξεχνάμε, ο αθλητισμός χρειάζεται να είναι διασκεδαστικός!

Η ΣΧΟΛΙΚΗ ΓΥΜΝΑΣΤΙΚΗ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΧΡΟΝΟ

  1. 1833-1900: Η πρώτη σοβαρή οργάνωση συντελέστηκε επί Όθωνος (1833-1862), με τη γυμναστική να προσανατολίζεται προς το γερμανικό σύστημα και τις στρατιωτικές σωματικές ασκήσεις, με βάση τα γυμναστικά όργανα, όπως μονόζυγο, δίζυγο, σχοινιά και την ακροβατική γυμναστική. Στόχος η σωματική ενδυνάμωση του παιδιού.
  2. 1900-1950: Στις αρχές του 19ου αιώνα το γερμανικό σύστημα γυμναστικής αντικαθίσταται από ένα νέο, το σουηδικό. Το σουηδικό σύστημα προσιδιάζει στο αρχαιοελληνικό μοντέλο, σύμφωνα με το οποίο η σωματική άσκηση γινόταν κυρίως μέσα από τα διάφορα αθλήματα και τις σχολικές δραστηριότητες, και όχι αποκλειστικά από τις αμιγώς γυμναστικές ασκήσεις.
  3. 1950-2000: Την περίοδο από το 1950 μέχρι το 1977 δοκιμάζεται η παιδαγωγική γυμναστική, που αποτελεί μια παραλλαγή του σουηδικού μοντέλου. Από το 1977 μάλιστα, η γυμναστική αλλάζει και όνομα: μετονομάζεται σε Φυσική Αγωγή, ως μετάφραση του αγγλικού Physical Education, ενώ εισάγονται και τα αθλήματα στο πρόγραμμα.